Καρκίνος Θυρεοειδούς

Ο καρκίνος του θυρεοειδούς είναι η πιο συχνή ενδοκρινική κακοήθεια και αντιπροσωπεύει λιγότερο από 1% του συνόλου των κακοήθων νεοπλασιών στον άνθρωπο. Είναι συνηθέστερος στις γυναίκες  σε σχέση με του άνδρες. Τα τελευταία χρόνια η επίπτωση του καρκίνου του θυρεοειδούς έχει αυξηθεί και αυτό οφείλεται κυρίως στην αυξημένη ιατρική επαγρύπνηση και τον τακτικό προληπτικό έλεγχο, καθώς πρόκειται για μικρά καρκινώματα που αποκαλύπτονται τυχαία σε απεικονιστικούς ελέγχους του τραχήλου.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των θυρεοειδικών καρκινωμάτων(>95%) έχουν θυλακιοκυτταρική προέλευση και έχουν πολύ καλή πρόγνωση. Εφόσον είναι γνωστό ότι πρόκειται για καρκίνωμα θυρεοειδούς ( θετική ή ύποπτη παρακέντηση όζου), η εγχείρηση που συνιστάται είναι η ολική θυρεοειδεκτομή. Ανάλογα με τον ιστολογικό τύπο, την ηλικία του ασθενούς , τη έκταση του όγκου και το θυρεοειδικό υπόλειμμα , το επόμενο βήμα είναι η χορήγηση θεραπευτικού ραδιενεργού ιωδίου συμπληρωματικά της εγχείρησης και σε δόση ικανή να καταστρέψει τα θυρεοειδικά υπολείμματα. Δυνητικά η νόσος μπορεί να υποτροπιάσει , οπότε επιβάλλεται η μετεγχειρητική παρακολούθηση του ασθενούς δια βίου. Στην παρακολούθηση, η θυρεοσφαιρίνη αποτελεί τον πιο αξιόπιστο δείκτη και η αύξηση της τιμής της είναι ένδειξη υποτροπής ης νόσου. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε την σπουδαιότητα της κλινικής εξέτασης  (ψηλάφηση του τραχήλου) η οποία θα πρέπει να γίνεται σε κάθε επίσκεψη του ασθενούς καθώς και του υπερηχογραφήματος τραχήλου που θα πρέπει να διενεργείται υποχρεωτικά ανά έτος ή και πιο συχνά επί ενδείξεων. Τέλος το ολόσωμο σπινθηρογράφημα στην παρακολούθηση χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της παρουσίας και της έκτασης μεταστατικής νόσου.